οποσοσδήποτε

οποσοσδήποτε
οποσηδήποτε, οποσοδήποτε (Α ὁποσοσδήποτε, ὁποσηδήποτε, ὁποσονδήποτε)
(αναφ. αντων.) οσοδήποτε πολύς ή οσοδήποτε μεγάλος και αν είναι, όσος και αν.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὁπόσος + αορστλ. μόριο δήποτε* (πρβλ. οιοσ-δήποτε)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • οποσοσδηποτούν — ὁποσοσδηποτοῡν (Α) (αντων.) όσο πολύς, όσο μεγάλος και αν είναι, όσος και αν. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὁποσοσδήποτε + οὖν (πρβλ. οιοσδηποτ ούν)] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”